Παρουσίαση Φιλοξενία

Η θάλασσα της Κερύνειας που «ένωσε» την ιστορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Κύπρου

Ένα καράβι εμπορικό, μόλις 15 μέτρων, κατασκευής του 389 Π_Χ_επισκεπτόταν τακτικά το λιμάνι της Κερύνειας, μια και ήταν μέσα στη ρότα του, από τα νησιά του Αιγαίου μέχρι τα παράλια της Συρίας και της Παλαιστίνης.

Γύρω στο 288 π.Χ., το καράβι, μεταφέροντας 29 μυλόπετρες και 380 αμφορείς με φορτίο 10.000 αμύγδαλα και άλλα προϊόντα, με πλήρωμα τεσσάρων ατόμων, σάλπαρε από το λιμάνι της Κερύνειας για τον επόμενο προορισμό του.

Κατά κακή του τύχη όμως, η θάλασσα τελικά το νίκησε και το βούλιαξε, τρία μόλις μίλια έξω από το λιμάνι.

Η κερυνειώτικη θάλασσα το κράτησε σφιχτά στην αγκαλιά της για περισσότερο από δυο χιλιάδες χρόνια, μέχρι το 1965 που ο συμπατριώτης μας μ. Ανδρέας Καριόλου το ανακάλυψε απέναντι από την ακτή της Χρυσοκάβας.

Τρία χρόνια δούλευαν 54 αρχαιολόγοι, δύτες και άλλοι επιστήμονες, για να το ανελκύσουν, να το επανασυναρμολογήσουν και να το τοποθετήσουν τελικά στο Κάστρο της Κερύνειας, ζωντανεύοντας την ιστορία του και ενώνοντας το σχοινί της ιστορίας των χρόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Κύπρου του τότε, με το σήμερα.

Η ανακάλυψη του αρχαίου ναυαγίου της Κερύνειας, και οι επιστημονικές μελέτες που ακολούθησαν και συνεχίζονται, άνοιξαν ένα σημαντικό παράθυρο στη μελέτη της αρχαίας ναυπηγικής και ναυσιπλοΐας.

Αρχίζοντας από την κατασκευή του, εκτός από το είδος του ξύλου (πεύκος ) και τη χρονολογία της κατασκευής του (389 π.Χ.), γνωρίσαμε και την παραδοσιακή μέθοδο κατασκευής των σκαφών της εποχής εκείνης, «πρώτα μαδέρωμα», ότι δηλαδή οι αρχαίοι καραβομαραγκοί κατασκεύαζαν πρώτα το εξωτερικό μέρος, τα μαδέρια, και μετά το εσωτερικό, τους σκαρμούς, που αποτελούσαν το σκελετό του σκάφους, σε αντίθεση με τη μέθοδο που ακολουθούν σήμερα, «πρώτα σκαρμοί».

Αποδείχτηκε ακόμα ότι στα 8ο περίπου χρόνια ζωής και χρησιμοποίησης του, το σκάφος είχε επισκευαστεί 2 – 3 φορές, μια και διάφορα μέρη του, όπως αποδείχτηκε με τη μέθοδο άνθρακας 14, είχαν κατασκευαστεί από ξύλο διαφόρων ηλικιών.


Παρόλον ότι το φορτίο των 380 περίπου αμφορέων που μετέφερε ήταν βασικά ροδιακού τύπου, ανελκύστηκαν τελικά, σε μικρότερους αριθμούς, εφτά συνολικά τύποι αγγείων, που εξυπηρετούσαν τόσο τις εμπορικές δραστηριότητες του καραβιού, όσο και τις προσωπικές ανάγκες του τετραμελούς πληρώματος του. Στο ναυάγιο βρέθηκαν επίσης 4 πιάτα, 4 ποτήρια και 4 ξύλινα κουτάλια, 5 χάλκινα νομίσματα της εποχής του Δημήτριου του Πολιορκητή (306 π.Χ.), ίχνη από τρόφιμα (φακές, σύκα, σταφύλι, ελιές), ένα σιδερένιο κλειδί με 8 πλευρικά δόντια και μια σιδερένια σχάρα για ψήσιμο ή στέγνωμα στον ήλιο ψαριών και άλλων τροφίμων.

Το γεγονός ότι στο κάτω εξωτερικό μέρος της γάστρας του σκάφους βρέθηκαν σφηνωμένες αιχμές δοράτων, δημιούργησαν την υποψία για επίθεση πειρατών, ώς αιτία του ναυαγίου. Επικρατέστερη όμως άποψη είναι η μετατόπιση του φορτίου, λόγω θαλασσοταραχής.

Σήμερα, το καλύτερα διατηρημένο αρχαίο ναυάγιο του κόσμου (σώθηκε το 70%), βρίσκεται φυλακισμένο στο μουσείο του κατεχόμενου Κάστρου της Κερύνειας. Όσο κι αν οι κατακτητές στις αναφορές και ξεναγήσεις τους προσπαθούν να αλλοιώσουν την ιστορική αλήθεια της καταγωγής του, το αιχμάλωτο καράβι μας παραμένει αδιαμφισβήτητη μαρτυρία των ακατάλυτων από το χρόνο ή οποιουσδήποτε κατακτητές δεσμών της Κερύνειας με την Ελλάδα, σύμβολο επιστροφής των Κερυνειωτών στην αγαπημένη πόλη και επαρχία μας.

Σε συνέντευξή του στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) ο Γλαύκος Καριόλου το 2017, γιος του δύτη Ανδρέα Καριόλου, που εντόπισε το αρχαίο ναυάγιο και τέως Δήμαρχος Κερύνειας, τονίζει ότι «δεν γίνεται, δεν επιτρέπεται και απαγορεύεται» να αφήσουμε το πλοίο της Κερύνειας στο έλεος του Τούρκου εισβολέα, ενώ αναφέρεται στην προσπάθεια που καταβάλλεται, με βάση τέσσερις άξονες, για τη διαχρονική ανάδειξη της αξίας του ναυαγίου.

Ο «Αρρής», όπως ήταν γνωστός στην Κερύνεια έκανε 400 κατδύσεις σε δύο χρόνια για να εντοπίσει το θησαυρό της Κερύνειας.

Αναφέρει, επίσης, ότι «το αρχαίο καράβι της Κερύνειας έχει πολυσχιδείς και τρισδιάστατους στόχους, αλλά συμβολίζει και πολλά.

Πρόσθεσε ότι «δεν είναι το μοναδικό σημάδι της ελληνικής ρίζας που έχουμε σε ολόκληρη την Κύπρο και ειδικά στην Αχαιών Ακτή, την επαρχία δηλαδή της Κερύνειας».

Ο κ. Καριόλου είπε ότι η αξία του καραβιού αποτυπώνεται και στο γεγονός ότι αυτό απεικονίζεται στα νομίσματα των δέκα και των πενήντα ευρωσέντ, ταξιδεύοντας έτσι σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Σημείωσε ότι «εκτός όμως από τους συμβολισμούς τους δικούς μας, τους κυπριακούς, της Κύπρου μας, στο εξωτερικό δεν υπάρχει περίπτωση κανένα πανεπιστήμιο με κλάδο στην ενάλια αρχαιολογία να μην κάνει ευρύτατη αναφορά και να μην διαβάσουν οι φοιτητές για το αρχαίο καράβι της Κερύνειας το οποίο είναι το αρχαιότερο καλύτερα διατηρημένο καράβι στον κόσμο, περίπου του 300 π.Χ.».

Επομένως, είπε ο κ. Καριόλου, «υπάρχουν πάρα πολλοί συμβολισμοί, είναι το καράβι της ελπίδας της επιστροφής μας πίσω στα πατρογονικά μας εδάφη, αλλά είναι επίσης και ένα εργαλείο τεράστιας μελέτης».

Ανακαλύφθηκε από τον δύτη Ανδρέα Καριόλου το 1965 κάτω από πολύ δυσμενείς καιρικές συνθήκες και επανεντοπίστηκε το 1967 και  τον Αύγουστο του 1968 άρχισαν οι πρώτες καταδύσεις, με τη συναρμολόγηση του να ακολουθεί στο κάστρο της Κερύνειας όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

Όπως είπε ο κ. Καριόλου, η διάσωση του καραβιού μέσα στο Κάστρο της Κερύνειας οφείλεται σε δύο κυρίες.


Πρώτη η Σούζαν Κάτσεφ, της οποίας ο σύζυγος, Μάικλ Κάτσεφ, ήταν επικεφαλής της Αμερικανικής Αρχαιολογικής Αποστολής του Πανεπιστημίου της Πενσιλβανίας, η οποία ανέλαβε το επιστημονικό μέρος της ανακάλυψης του αρχαίου ναυαγίου.

Η δεύτερη κυρία στην οποία το ναυάγιο της Κερύνειας οφείλει τη μέχρι σήμερα παραμονή του στο κάστρο της πόλης, είναι η Λάινα Σουίνι, σύζυγος του αρχαιολόγου Στιούαρτ Σουίνι, ο οποίος διενήργησε ανασκαφές στον Αετόκρεμμο, στο Ακρωτήρι της Επισκοπής στη Λεμεσό.

«Είναι σε αυτές τις δύο κυρίες που οφείλουμε το γεγονός ότι επιβιώνει ακόμη το καράβι της Κερύνειας και δεν το έχουν διαλύσει ή δεν το έχουν μεταφέρει και αυτό στην Τουρκία όπως έχουν κατακλέψει άλλες 546 εκκλησίες μας στα κατεχόμενα», είπε ο κ. Καριόλου.

Πρόσθεσε ότι οι εισβολείς «αντιλαμβάνονται την αξία του και έχουν επίβλεψη από τις δύο κυρίες αυτές, οι οποίες αποτελούν ένα βραχίονα της αμερικανικής κυβέρνησης και της πρεσβείας της στην Κύπρο και είναι λιγάκι πιο δύσκολο, όχι όμως αδύνατο, να μεταφερθεί το ναυάγιο στην Τουρκία όπως έγινε και με άλλες σημαντικές αρχαιότητες».

Για το καράβι της Κερύνειας, είπε ότι «γίνεται επίσκεψη στον χώρο όπου είναι τοποθετημένο το καράβι, γίνεται επεξήγηση στα παιδιά της κάθε λεπτομέρειας τόσο για το καράβι όσο και για τον περιβάλλοντα χώρο που είναι το κάστρο».

«Οι αντιδράσεις των νέων μας είναι απίστευτες και τα παιδιά των 13 και 14 ετών χτυπούν το ποδαράκι τους κάτω και να λένε ότι δεν θα τους τα αφήσουμε», είπε ο κ. Καριόλου.

Συνέχισε λέγοντας ότι «ο τρίτος άξονας και ο πιο δύσκολος από όλους είναι η ίδια η Τουρκία το υπέρ εχθρικό περιβάλλον, όπου όμως, έχουμε αρκετούς συμμάχους, θέλει, όμως, εξαιρετικά δύσκολη δουλειά για να τους ανακαλύψουμε και να μπορέσουμε να προωθήσουμε το γεγονός ότι είναι ντροπή μια χώρα να εισβάλλει σε μια άλλη χώρα».

Σας διαβεβαιώ, είπε ο κ. Καριόλου, «ότι υπάρχουν άνθρωποι εκεί στην Τουρκία που ντρέπονται που η δικιά τους η χώρα εισβάλλει στη δικιά μας, θέλει όμως απίστευτα επικίνδυνη και δύσκολη δουλειά να εργαστούμε μέσα στην Τουρκία».

Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι «όλα τα τούρκικα πανεπιστήμια που διδάσκουν ενάλια αρχαιολογία είναι αναγκασμένα να διδάξουν το καράβι της Κερύνειας και από εκεί είναι μια μικρή – μικρή θυρίδα εισδοχής μας μέσα στο υπέρ εχθρικό περιβάλλον της Τουρκίας».

Ο τέταρτος τομέας που χρησιμοποιείται για να παραμείνει ζωντανή η ιστορία του ναυαγίου της Κερύνειας είναι το διαδίκτυο, το οποίο μαζί με τους άλλους τρεις τομείς χρησιμοποιείται για να μεταλαμπαδεύονται όλα αυτά τα μηνύματα τα οποία περιέχει το καράβι.

Ο κ. Καριόλου βρέθηκε ξανά μπροστά από το ναυάγιο, όταν μετά την τουρκική εισβολή του 1974: «H γερμανική ραδιοτηλεόραση πήρε έγκριση να της επιτρέψουν να μπει όχι απλά στο σαλόνι που έχουν για να βλέπει ο κόσμος το καράβι, αλλά μέσα στην ίδια την αίθουσα που βρίσκεται το καράβι» και προσκάλεσαν και εμένα, έτσι άγγιξα ξανά στο ίδιο το ξύλο του καραβιού».

« Έκλαψα, θυμήθηκα, είδα και έδωσα κάποιες υποσχέσεις στον εαυτό μου και σε αυτούς που έχουν αποχωρήσει ότι δεν γίνεται, δεν επιτρέπεται, απαγορεύεται να τους τα αφήσουμε», είπε ο κ. Καριόλου.

Έχει, όπως ανέφερε στο ΚΥΠΕ, θύμησες από τον πατέρα του, “ο οποίος ήταν ένας άνθρωπος που ασχολείτο με πάρα πολλά θέματα, είχε κατάστημα καταδυτικού υλικού, ήταν δημοτικός σύμβουλος, ήταν παραγωγός λεμονιών και είχε την πρώτη καταδυτική σχολή στην Κύπρο και από το 1955 – 60 δίδασκε στον κόσμο πώς να καταδύεται με αυτόνομες συσκευές».

«Ήμουν και εγώ πολύ κοντά στη θάλασσα και όταν ανακάλυψε το ναυάγιο για πρώτη φορά, ήταν κάτω από απίστευτες καιρικές συνθήκες, ήταν μόνος του, ήταν αναγκασμένος να ακολουθήσει την άγκυρα του σκάφους που ξώσερνε και πέρασε δίπλα από τους αμφορείς», είπε ο κ. Καριόλου περιγράφοντας το πώς ανακάλυψε για πρώτη φορά το 1965 το αρχαίο ναυάγιο ο πατέρας του.

«Δεν μπορούσε να αφήσει το σκάφος του να καταστραφεί, αλλά ούτε και να αφήσει το ναυάγιο να φύγει, επομένως ακολουθώντας την άγκυρα κατέληξε ένα με ενάμισι χιλιόμετρο πιο μακριά και όταν έβαλε τα σημάδια και ξαναπήγε τις επόμενες μέρες όταν η θύελλα καταλάγιασε, δεν μπορούσε να το βρει φυσικά, αφού τα σημάδια που είχε βάλει είχαν φθάσει στην επιφάνεια», είπε ο Γλαύκος Καριόλου.

«Το 1967 ο πατέρας μου το ξαναεντόπισε και πλέον ήταν ακριβώς από πάνω του και έτσι δόθηκε στο κράτος ένας αμφορέας, αμέσως κλήθηκε ο αρχαιολόγος Σάββας Καραγιώρης και εκτυλίχθηκε μια πολύ συγκινητική ιστορία, που για τον ίδιο ήταν κάτι μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας», είπε ο κ. Καριόλου.

Πρόσθεσε πως «όταν πρωτοκαταδύθηκα όταν ξαναβρήκε ο πατέρας μου το ναυάγιο, ήταν κάτι φανταστικό να αγγίζεις πάνω σε αντικείμενα τα οποία να ξέρεις ότι τα κρατούσαν κάποιοι άνθρωποι δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν».

Ο κ. Καριόλου είπε ότι με την ίδια συναισθηματική φόρτιση συνεχίζουμε μέχρι σήμερα «και ελπίζουμε να μεταλαμπαδεύσουμε το μήνυμα και στις επόμενες γενιές, γιατί ενδεχομένως εμείς να μην ζούμε».

Τον Απρίλιο του 1977, μόλις 54 ετών, ο Αρρής άφησε την τελευταία του πνοή, στην αγαπημένη του θάλασσα. Η σύζυγός του αφηγείται τις τελευταίες του στιγμές: «Ο Αντρέας είχε το αίσθημα της ευθύνης. Ήθελε πάντα να πηγαίνει ο ίδιος για να διδάσκει τις καταδύσεις. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι που χάθηκε. Ήταν πραγματικά, μια αυτοθυσία. Έδωσε σε έναν Καναδό δύτη που κινδύνευε, τον αέρα τον δικό του»

Ευχαριστίες στο Δήμο Κερύνειας για τις πληροφορίες και ειδικότερα το συγγραφέα Τάκη Νεοφύτου

Subscribe to our Newsletter. Let's stay updated!

Related posts

Το λούνα Παρκ…σήμα κατατεθέν της εποχής για παιδιά των 80s – Τίβολι ( ΒΙΝΤΕΟ/ΦΩΤΟΣ)

Taste and Hospitality

Dominique Ansel: Ο chef ζαχαροπλαστικής που άλλαξε τους κανόνες

Taste and Hospitality

Με διαμερίσματα και γραφεία επεκτείνεται το The Landmark

Αφηστε ενα σχολιο

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στην ιστοσελίδα μας.
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.

Αποδοχή Μάθε περισσότερα

error: Content is protected !!