Εφοδιαστική Αλυσίδα Κυπριακά Προϊόντα

Καλλιέργεια της Mπανάνας

Η µπανάνα καλλιεργείται σε περιοχές µε τροπικό και υποτροπικό κλίµα. Ανήκει στο γένος Musa της οικογένειας Musaceae. Στη χώρα µας η καλλιέργεια ευδοκίµησε στην παραλιακή ζώνη της επαρχίας Πάφου. Σήµερα, έχει περιοριστεί στα χωριά Κισσόνεργα – Πέγεια, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων.

Καλλιεργείται για τον καρπό της, ο οποίος τρώγεται νωπός. Όταν ωριµάσει γίνεται γλυκός και εύπεπτος. Είναι µονοκοτυλήδονο, δενδρόµορφο, πολυετές, ποώδες φυτό. Ο κορµός της χαρακτηρίζεται ως ψευδοκορµός, αφού αποτελείται από τους κολεούς των φύλλων. Τα φύλλα είναι µεγάλα, έµµισχα µε µεγάλο κολεό και σαρκώδες κεντρικό νεύρο. Το ριζικό σύστηµα της µπανάνας είναι επιφανειακό. Ο κλώνος της µπανάνας αποτελείται από τα θηλυκά άνθη που δίνουν τους εδώδιµους καρπούς.

Η ποικιλία που ευδοκίµησε στην Κύπρο είναι η Dwarf Cavendish. Είναι χαµηλόκορµη ποικιλία µε καλή προσαρµοστικότητα στις κλιµατικές συνθήκες του Nησιού. Άλλη ποικιλία που χρησιµοποιείται είναι η Gelik. Η ποικιλία αυτή είναι ψηλότερη και οψιµότερη της Dwarf Cavendish. Η µπανάνα πολλαπλασιάζεται αγενώς µε παραφυάδες και µε τη µέθοδο της µεριστωµατικής καλλιέργειας in vitro.

Για να αποδώσει απαιτεί ευνοϊκές θερµοκρασίες και υψηλή εδαφική υγρασία. Συγκεκριµένα, απαιτεί, οι διακυµάνσεις της θερµοκρασίας, καθ’ όλην τη διάρκεια του έτους, να είναι από 20° C έως 35° C. Με θερµοκρασίες κάτω από 11° C σταµατά η βλάστηση και κάτω από 6° C επηρεάζονται τα φύλλα, µε αποτέλεσµα τη µείωση της παραγωγής και την υποβάθµιση της εµπορικής αξίας του καρπού. Σε περιοχές µε θερµοκρασίες κάτω από 4° C πρέπει να αποφεύγεται η εγκατάσταση µπανανοφυτείας. Περιοχές που πρέπει, επίσης, να αποφεύγεται η φύτευση µπανανών είναι και οι ανεµόπληκτες, καθώς και οι περιοχές µε συχνές χαλαζοπτώσεις, αφού προκαλούνται σχισίµατα στα φύλλα και χτυπήµατα στους καρπούς. Όπως σε όλες τις καλλιέργειες, έτσι και στην µπανάνα η ύπαρξη κατάλληλου εδάφους είναι σηµαντικός παράγοντας για µιαν αποδοτική φυτεία. Το ριζικό σύστηµα της µπανάνας αναπτύσσεται καλύτερα σε καλά αεριζόµενο έδαφος µε βάθος τουλάχιστον 100 cm. Συστήνεται να αποφεύγονται τα αµµώδη εδάφη λόγω της ανάγκης που προκύπτει για ακόµα συχνότερες αρδεύσεις, όπως και τα βαριά εδάφη λόγω του κακού αερισµού και αποστράγγισης. Το άριστο pH εδάφους κυµαίνεται µεταξύ 5,5 µε 6,5.

Για την επιτυχηµένη εγκατάσταση νέας φυτείας απαιτείται βαθιά άροση του εδάφους, πριν τη φύτευση, για εξασφάλιση καλύτερου αερισµού. Για βελτίωση του εδάφους συστήνεται επιχωµάτωση µε κατάλληλο χώµα, καθώς και φωσφοροκαλιούχα λίπανση. Η φύτευση γίνεται κατά τους µήνες Απρίλιο – Μάιο, όπου oι θερµοκρασίες που επικρατούν ευνοούν την ανάπτυξη του ριζικού συστήµατος. Τα νέα φυτά πρέπει να έχουν µόνο το τελευταίο φύλλο, για περιορισµό της απώλειας νερού. Φυτεύονται σε λάκκους µε διαστάσεις περίπου 35×45 cm. Αναλόγως της ποικιλίας οι αποστάσεις φύτευσης διαφέρουν. Στην Κύπρο, οι µπανάνες φυτεύονται σε τετράγωνα µε 3 µέτρα απόσταση.

Η µπανάνα είναι φυτό µε υψηλές ανάγκες σε νερό τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά. Οι ετήσιες ανάγκες σε νερό κυµαίνονται από 1200 έως 1300 τόνους το δεκάριο, ενώ η ανεκτικότητα της µπανάνας σε άλατα στο νερό είναι µέχρι και 1,5 ds/m. Η άρδευση ξεκινά µε το πέρας των βροχών της Άνοιξης και τελειώνει µε την έναρξή τους, το Φθινόπωρο. Ακόµα και σε περιόδους µε µικρή ανοµβρία συστήνονται να γίνονται ελαφριά ποτίσµατα, αν κρίνεται αναγκαίο. Η επικρατούσα µέθοδος άρδευσης είναι µε τη χρήση σταγόνων µικρής παροχής (π.χ. 4 έως 10 λίτρα την ώρα). Οι σταγόνες τοποθετούνται σε σωλήνες πολυαιθυλενίου 16 ή 20 χιλιοστών. Για κάθε σειρά φυτών τοποθετούνται δύο γραµµές σωλήνων. Σηµειώνεται ότι, η εξοικονόµηση νερού επιτυγχάνεται µε τη χρήση τενσιοµέτρων µε τα οποία προσδιορίζεται η έλλειψη εδαφικής υγρασίας.

Παρ’ όλο που η µπανάνα καλλιεργείται σε γόνιµα εδάφη κρίνεται αναγκαίο, για να είναι παραγωγική η καλλιέργεια, να γίνεται επιπρόσθετη λίπανση. Η σωστή λίπανση πρέπει να είναι ο στόχος κάθε µπανανοκαλλιεργητή γιατί εκτός από την εξοικονόµηση που θα επιτευχθεί από τυχόν σπατάλες σε λιπάσµατα, θα εξασφαλιστεί ψηλή και καλής ποιότητας παραγωγή. Για την επιτυχία της σωστής λίπανσης πρέπει να γίνει χηµική ανάλυση φύλλων και εδάφους. Γενικά, οι απαιτήσεις του φυτού σε κάλιο είναι µεγαλύτερες σε σχέση µε το άζωτο. Η αναλογία µεταξύ του αζώτου (Ν), φωσφόρου (Ρ) και καλίου (Κ) είναι 2-3 προς 1 προς 4. Συχνές τροφοπενίες που παρουσιάζονται είναι µαγνησίου και σιδήρου.

Όπως προαναφέρθηκε η µπανάνα πολλαπλασιάζετε µε παραφυάδες. Η επιλογή του νέου µητρικού φυτού είναι η εργασία που θα καθορίσει το ύψος της παραγωγής της νέας καλλιεργητικής περιόδου βελτιώνοντας, παράλληλα, και την ποιότητα. Γίνεται την Άνοιξη, µε το πέρας της συγκοµιδής. Η επιλογή γίνεται βάση του ύψους της παραφυάδας, το οποίο είναι γύρω στο 1,5 µέτρο, την ηλικία 9 – 11 µηνών και, γενικά, την κατάσταση της παραφυάδας (π.χ. να µην είναι επηρεασµένα τα φύλλα της από τυχόν παγετό). Σε γενικές γραµµές, η παραφυάδα πρέπει να έχει τον Ιούνιο 5-8 φύλλα. Το προηγούµενο µητρικό φυτό «µάνα» κόβεται σε ύψος ενός µέτρου. Σε κάθε θέση αφήνονται δύο παραφυάδες µε την προϋπόθεση να µην µεταβάλλονται σηµαντικά οι αποστάσεις των φυτών, για να διατηρείται ο καλός αερισµός και ο φωτισµός των φυτών.

Απαραίτητη εργασία που πρέπει να εφαρµόζουν οι µπανανοκαλλιεργητές είναι η υποστύλωση των φυτών. Γίνεται νωρίς το Φθινόπωρο. Το βάρους του κλώνου και παρουσία ανέµων επιβάλλουν την εργασία αυτή. Χρησιµοποιούνται ειδικοί µεταλλικοί στύλοι. Προσοχή ο στύλος να µην έρχεται σε άµεση επαφή µε τον κλώνο γιατί θα προκαλέσει εκδορές. Άλλη καλλιεργητική φροντίδα είναι η κάλυψη των κλώνων µε ειδικά µπλε πλαστικά σακούλια. Η κάλυψη αυτή διατηρεί τους κλώνους καθαρούς από σκόνες από περιττώµατα των πουλιών και προστατεύει τον καρπό από το χαλάζι.

Όσον αφορά τα ζιζάνια εφαρµόζεται χηµική καταπολέµηση. Η εφαρµογή πρέπει να γίνεται µε προσοχή, ώστε να µην έρθει σε επαφή το ψεκαστικό διάλυµα µε το φυτό ή µε τον καρπό της µπανάνας. Πρέπει να ακολουθούνται πιστά οι οδηγίες της ετικέτας όσον αφορά τον τρόπο εφαρµογής, τη δοσολογία και το είδος της καλλιέργειας.

Ο κυριότερος εχθρός της µπανάνας είναι οι νηµατώδεις που ανήκουν στα γένη Meloidogyne, Helicotylenthus και Platylenchus. Προσβάλλει το ριζικό σύστηµα, το οποίο αδυνατεί να τροφοδοτήσει το υπέργειο µέρος µε νερό και θρεπτικά συστατικά, προκαλώντας ξηράνσεις και πτώσεις των φυτών. Για την αντιµετώπιση των νηµατωδών εφαρµόζονται µέσω του συστήµατος άρδευσης σκευάσµατα µε νηµατωδοκτόνο δράση. Η εφαρµογή τους γίνεται στις φυτείες όπου υπήρχε πρόβληµα κατά τους µήνες Απρίλιο και Μάιο. Ενδέχεται να γίνει και επανάληψη της εφαρµογής προς το τέλος του καλοκαιριού, όπου κρίνεται αναγκαίο, τηρώντας πάντοτε τις οδηγίες της ετικέτας. Ένας άλλος σηµαντικός εχθρός είναι η ποντίκα, όπου συστήνεται η χρήση τρωκτικοκτόνου.

Η συγκοµιδή γίνεται όταν ο καρπός ωριµάσει και από τριγωνικός έχει στρογγυλοποιηθεί. ∆εν συγκοµίζουµε κατά τις βροχερές και ψυχρές µέρες. Άριστη θερµοκρασία συγκοµιδής και µεταφοράς θεωρείται όταν είναι γύρω στους 14° C. Κατά τη µεταφορά χρησιµοποιούνται σφουγγάρια και συστήνεται το φορτηγό να κινείται µε χαµηλή ταχύτητα για περιορισµό χτυπηµάτων και µωλωπισµού του καρπού. Η ωρίµανση (αποπρασινισµός) γίνεται σε ψυκτικούς θαλάµους ερµητικά κλειστούς όπου η θερµοκρασία διατηρείται µεταξύ 15-18° C και η Σχετική Υγρασία 90-95%.

Ιωάννης Σταύρου

Λειτουργός Γεωργίας στο Τµήµα Γεωργίας

Subscribe to our Newsletter. Let's stay updated!

Related posts

Κι όμως ο αλκοολισμός έχει ιστορία…Μια διαδρομή μέσα από τους αιώνες

Taste and Hospitality

Ιάκωβος Κλίπφελ: Ο οινοποιός που έφτιαξε με τον Κλάους την Μαυροδάφνη

Taste and Hospitality

Château Margaux: Ένα αριστοκρατικό κρασί που αξίζει μια μικρή περιουσία

Taste and Hospitality

Αφηστε ενα σχολιο

Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη εμπειρία στην ιστοσελίδα μας.
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.

Αποδοχή Μάθε περισσότερα

error: Content is protected !!